Η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία (Cognitive Behavioral Therapy, CBT) είναι μια είναι από τις πιο διαδεδομένες και γνωστές μορφές ψυχοθεραπείας τα τελευταία χρόνια.
Αναπτύχθηκε από τον Aaron T. Beck στη δεκαετία του 1960, ως ένα δομημένο μοντέλο ψυχοθεραπείας για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης. Με τα χρόνια το αρχικό αυτό μοντέλο εμπλουτίστηκε, ώστε να μπορεί να εφαρμοστεί με μεγάλη αποτελεσματικότητα σε πληθώρα διαταραχών, όπως: σε αγχώδεις διαταραχές, στη μετατραυματική και την οξεία διαταραχή προσαρμογής, στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, σε ψυχοσωματικές εκδηλώσεις, στην αϋπνία, στις διαταραχές πρόσληψης τροφής, στις διαταραχές προσωπικότητας, σε προβλήματα διαχείρισης των συναισθημάτων, στις εξαρτήσεις και τη σχιζοφρένεια.
Βασίζεται στην άποψη ότι οι σκέψεις και οι αντιλήψεις κάποιου ατόμου επηρεάζουν τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά του. Στοχεύει στην αναγνώριση αυτών των «επώδυνων» σκέψεων, στην επαν-εκτίμηση, αν αυτές αντικατοπτρίζουν επαρκώς την πραγματικότητα, κι αν όχι, στην αλλαγή τους.
Εστιάζει, επομένως, σε άμεσες λύσεις μέσα από την ενθάρρυνση του ατόμου να αναγνωρίσει τις «παθολογικές» του πεποιθήσεις και να αλλάξει έτσι τις «δυσλειτουργικές» του συμπεριφορές.
Η γνωστική-συμπεριφορική ψυχοθεραπεία μπορεί να είναι βραχείας ή μακράς διαρκείας και είναι πιθανόν οι συνεδρίες να είναι πιο πυκνές στην αρχή και η συχνότητα τους να αναπροσαρμόζεται στη συνέχεια, αναλόγως της πορείας της κλινικής εικόνας.
