Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο: επαγγελματίες με υψηλές επιδόσεις, που δείχνουν να τα έχουν όλα υπό έλεγχο, να έχουν ενσωματώσει το αλκοόλ στην καθημερινότητά τους χωρίς να το αναγνωρίζουν ως πρόβλημα.
Πρόκειται για αυτό που ονομάζουμε λειτουργικό αλκοολισμό. Άνθρωποι που δε χάνουν ραντεβού, που φαίνονται απολύτως ικανοί και ακέραιοι. Το ποτό όμως είναι εκεί καθημερινό, μεθοδικό, σιωπηλό. Καλύπτεται πίσω από την εικόνα της επιτυχίας και του αυτοελέγχου.
Πίσω όμως από αυτή την «κανονικότητα», το αλκοόλ γίνεται ανάγκη. Ένα ποτήρι για να χαλαρώσεις μετά τη δουλειά, ένα πριν από μια απαιτητική συνάντηση, ένα γιατί «όλοι πίνουν». Κι επειδή τίποτα δε φαίνεται «περίεργο», η σκέψη είναι: «Δεν έχω πρόβλημα».
Ακριβώς αυτό κάνει τον λειτουργικό αλκοολισμό τόσο δύσκολο να αναγνωριστεί. Όσο όλα φαίνονται «εντάξει», το πρόβλημα μένει αόρατο. Κι έτσι πολλοί ζητούν βοήθεια μόνο όταν κάτι ραγίσει: μια σχέση, η υγεία, ή συχνά μια στιγμή ειλικρίνειας με τον εαυτό τους.
Δε χρειάζεται όμως να φτάσει κανείς εκεί. Δεν είναι αδυναμία να πεις «Δεν μου κάνει καλό». Δεν είναι ντροπή να αναγνωρίσεις ότι μια συνήθεια που κάποτε σε βοηθούσε, τώρα σε περιορίζει.
Σε μια εποχή που όλοι προσπαθούμε να δείχνουμε δυνατοί, ίσως το πιο γενναίο βήμα να είναι η παραδοχή της αλήθειας.
Η ψυχική και σωματική υγεία δεν είναι πολυτέλεια. Είναι βασική προϋπόθεση για να συνεχίσουμε να στεκόμαστε όρθιοι, όχι μόνο στη δουλειά, αλλά και στη ζωή. Αν κάτι μέσα σου σου λέει πως αυτό που ζεις δεν σε εξυπηρετεί πια, άκουσε το.
Η υποστήριξη είναι διαθέσιμη και η αλλαγή είναι εφικτή.